Για να φας σαρδέλα με μαχαιροπήρουνο είναι ένα τρομερό κατόρθωμα κι αν το κάνεις εύκολα είσαι ο Μακ Λαμαρ, ο Λορέντζο Λάμας ή τουλάχιστον ο Τσακ Νόρις. Άν δεν είσαι κάτι από όλα αυτά τότε είσαι ξανθιά βαμμένη με γυαλιά ρειμπαν και 20 κιλά αδιάβροχο μανό (όζα στο SKG) στα δάχτυλα των ποδιών και των χεριών. Το απίστευτο αυτό γεγονός το είδα live (η πόλη έχει και τα τυχερά της) σε καντίνα γνωστού παραθαλάσσιου λαντροβεροναβαροτέσσεραεπίτέσσερα (δες με τι καλά το πάω στην άμμο) μαζώματος. Οχι δεν θα σου πώ που είναι αλλά για να φτάσεις πρέπει να διασχίσεις 3 χιλιόμετρα πανέμορφου γεμάτου ροδιές υδροβιότοπου, να χαθείς σε κάτι περίεργα δρομάκια, να χαζέψεις τα θαλασσοπούλια που σε κοιτάνε κουνώντας τα φτερά τους. Σε αυτό λοιπόν το μέρος παίζουν δύο καντίνες που προσφέρουν απλόχερα σουβλάκια, λουκάνικα, σουτζουκάκια μπύρες -και κρύο τσάι για τα νερντς.
Μέσα σε όλη αυτή την πανδαισία λοιπόν των 4χ4 σχεδόν πάνω στο κύμα (γιατί ξέρεις, στην Ελλάδα το αυτοκίνητο πρέπει να το παρκάρεις σχεδόν πάνω σου, έτσι για να νοιώθεις τη λαστιχίλα κοντά στο μαλλί σου) την πεντακάθαρη θάλασσα (καθαρή θάλασσα κοντά στη Σαλονίκη θεωρείται βέβαια αυτή που δεν έχεις άμεση οπτική επαφή με κάτι επιπλέοντα καφέ πραγματάκια που μοιάζουν με ξύλα, μεταχειρισμένα προφυλακτικά duo με γεύση φοίνικα, χαρτοπετσέτες από το ούζο μέλαθρον, μισοφαγωμένα χαμπουργκερς, ξυλάκια από σουβλάκι και λοιπά θεσσαλονικόσημα) και την μυρωδιά από το κόπερτον και τα λάθος μπαλάκια για ρακέτες, είδα αυτή την απίστευτη σκηνή να διαδραματίζεται μπροστά στα μάτια μου: Ο μαχαιροπηρουνισμός της σαρδέλας. Και μάλιστα με μαχαίρι πριονωτό όπου με χάρη η ντεκαπαζ θεά το ζήτησε από τον καντινιέρο και μετά πήγε στο τραπέζι με τις 3 σαρδέλες γεμάτες απορία για την κατάντια τους και τις περίλαβε με το μαχαιράκι και το πηρουνάκι.
Οντως η παράσταση ήταν αντάξια του τσίρκου Μεντράνο και αισθάνθηκα πολύ τυχερός που δεν με έκανε ο βούδας σαν κι αυτή. Η Ντεκαπαζ θεά συνέχιζε απτόητη τα αεροπλανικά με τα δύστυχα ψάρια και το μαχαιράκι της δουλευε εξαιρετικά καλά με το πλαστικό πιάτο, καθώς πρέπει να είσαι πολύ ηλίθιος για να πιστέψεις ότι μπορείς να καταφέρεις να κόψεις τόσο μικρό ψαρικό. Στανταρ, μαζί με κάθε μικρό κομματάκι σαρδέλας, έκοβε και λίγο πλαστικό πιάτο και μετά τα κατάπινε και τα δύο. Εγώ ήμουν ήδη στο 5ο σουβλάκι ο Αλεξ στο 3ο και το γκέρλυ στο 2ο, τα μουστάκια μου είχαν γεμίσει ρίγανη αλάτι και λεμόνι ώσπου το η Ντεκαπαζ θεά την έκανε για την αμμουδιά. Λάθος! Μπήκε κατευθείαν στη θάλασσα μετά από το φαγητό και τα ούζα ενώ εμείς μετράγαμε τα λεπτά που θα πάθει εγκεφαλικό (απαραίτητη προυπόθεση βέβαια για εγκεφαλικό είναι η ύπαρξη εγκέφαλου). Πέρασαν 5, πέρασαν 10, πέρασαν 15, πέρασαν 20, τίποτα. Η Ντεκαπαζ έκανε τις βουτιές της (χωρίς να βρέξει ούτε τρίχα βέβαια) τις κολοτούμπες της , τα νάζια της και τα σκέρτσα της (αχ με σφίγγει το μαγιό, α ο ήλιος καίει σήμερα, η θάλασσα έχει πολύ νερό και λοιπές ντεκαπαζοατάκες του καλοκαιριού). Τελικά η βλακεία μαν δεν είναι μόνο ανίκητη, είναι και απέθαντη. Cheers big ears.
Κάτι τέτοια είναι που με λείπουν.
Oh yeah bro!