Τα ημιτελή και τα άφωνα. Τα φωνήεντα χωρίς φωνή. Και μετά η Πυρά του Λόγου. Εκεί θα καούμε όλοι. Στην γνησια εμετική πυρά του λάιφστάιλ. Οπου κάνουμε έρωτα ανέραστα όπως καταβροχθίζουμε ένα ζουμερό γκούντυς. Οπου δεν χαιρόμαστε τη στύση μας γιατί είμαστε μονίμως σε μια ημιστύση. Τα άγχη, οι κόρνες και οι πόρνες της καθημερινότητας μας έχουν διαβρώσει απόλυτα. Η εξουσία διεφθείρει. Η απόλυτη εξουσία διεφθείρει απόλυτα. Τα σπαμ καταφθάνουν πια ανεξέλεγτα άσχημα. Η στύση σου θα διαρκέσει για πάντα Τελευταίε Καρπέ Της Γής. Θα συνουσιαστείς με δαίμονες, με αστροναύτες, με αργοναύτες. Θα κατεβάσεις και θα χαθείς χαμένος κι ο ίδιος στο ψηφιακό ρομαντισμό όπου τα σύνορα είναι σπαρμένα με ρόδα. Αλλά δεν παύουν να είναι σύνορα. Θα αγκαλιάσεις τη οθόνη σου, θα την λατρέψεις, θα την αγκαλιάσεις ηδονικά και τελικά θα τη λερώσεις με το σπερμα σου. Θα βογγήξεις με το ψηφιακό σου λαρύγγι. Μέσα από εκεί θα αγαπήσεις και θα αγαπηθείς Νέε Ανθρωπε. Θα ακούσεις μουσικές βάζοντας το i-pod δίπλα στο πέος σου συγκρίνοντας τα μεγέθη τους. Ναι, θα παραδεχείς το i-pod χωράει περισσότερα. Μετά οι Ψηφιακοί σου θεοί και δαίμονες θα χαθούν και θα αναζητήσεις για μια φορά ακόμη τον Ανθρωπο. Θα θέλεις να μυρίσεις το άρωμα του ρόδου γύρω από έναν αληθινό γυναικείο κόλπο και θα μυρίζεις βερσάζε. Αντί να πιάνεις στήθος, πραγματικό με θηλές και μυρωδιά θα έρχεσαι αντιμέτωπος με την ψευτια του παστού, του αλλοτροιωμένου. Οι μάχες θα είναι σύντομες και απροσδόκητες. Εχθροί και φίλοι ένα. Ενα να μας κυβερνάει, ένα να μας ενώνει ένα. Το όλον, το γκεσταλτ το γηπεδικόν το χορταρένιο. Μάταια σκούζουμε εμείς, οι Σάντσο Πάντσα, τα δουλικά, οι οικότροφοι της αιματηρής χασιέντα:

Και επτά φορές μη σκοτώσεις Ανθρωπο.

Κάθε πρωινό τα παιδιά της πόλης ξεχύνονται στους δρόμους. Κίτρινα, ασθενικά χωμένα μέσα σε γυαλιστερά τροχοφόρα, πίσω από φυμέ τζάμια, χαμένα μέσα στα sub woofer της μοναξιάς τους. Παρκάρουν, κορνάρουν, φωνασκούν, δίνουν μάχες για μια θέση. Μετράνε τα φανάρια, τρώνε κάτι στα γρήγορα, σηκώνουν τηλέφωνα. Κάθε πρωινό τα παιδιά της πόλης μεθυσμένα από αριθμούς μπαίνουν σε τράπεζες και στέκονται υπομονετικά σε φιδίσιες ουρές.

Κάθε πρωί τα παιδιά των παιδιών της πόλης στοιβάζονται στις πίσω θέσεις , κουνάνε τα χέρια τους, οριοθετούν το μικρό τους σύμπαν μέχρι να φτάσουν στον προορισμό τους. Οι δρόμοι γεμίζουν από όνειρα φιλοδοξίες μουρμουρητά. Η πόλη βουίζει και υποδέχεται τον άρρωστο ήλιο για μια φορά ακόμη.

Bookz

Αυτό που μου έκανε τρομερή εντύπωση στην γραφή του Μοπασάν ήταν η απλότητά του. Το πόσο επίπονα διάλεγε τις λέξεις του για να τις τοποθετήσει με ακρίβεια εκεί που έπρεπε. Κάθε του λέξη, κάθε του φράση ήταν τόσο δυνατή όσο έπρεπε και τόσο αδύναμη και αμαρτωλή όσο έπρεπε. Από τον Πιερρό έως τον Οξαποδό ο μαέστρος ήταν μια ζωντανή αντίφαση. Γλυκός λόγος, διαβαστερός, γαλήνιος σε πλήρη αντίθεση με την εξωτερική του εμφάνιση. Σχεδόν θηριώδης με τις μουστάκες του να κρέμονται και να ανεμίζουν στους νορμανδικούς αέρηδες. Καστανεντά. Ο καρλίτο. Χαμένος μέσα στη γραφή του χαμένος κι εγώ στην ερημιά της σονόρα παρέα με το Χενάρο, τη Σολενδάδ τη Λα Καταλίνα. Θα μπορούσε να θεωρηθεί κι ως νεο δόγμα αν ο αμύητος του έδινε το οκ και έπλεε στα κύματα της γραφής του. Μπέκετ. Σάμιουελ. Ο Ερημωτής του, το προσεκτικό του build up το παιχνίδι του με τις λέξεις και τις φράσεις. Ερμαν Εσσε. Δοκίμασα το Ντέμιαν και χάθηκα μέσα σε μια ολόκληρη γενιά. Ενα κουβάρι οι σκέψεις μου ανακετεμένες με το πράσινο του μπέλλες. Λάβκραφτ. Μπουκόφσκι. Λιμόνοφ. Ντοστογιέφσκι. Μπροντέ. Κοκτώ. Πελεκούσαν εμένα. Οι λέξεις τους, οι φράσεις τους με διέλυαν. Αυτά δεν ήταν βιβλία, δεν ήταν αφηγήσεις, ήταν κάτι ζωντανό και απρόσμενο. Ηταν κάτι συγκλονιστικό.

Τα βιβλία σε κάνουν πιό δυνατό. Πιό έτοιμο.

Ομολογώ

Οτι τα ομόλογα ήταν ομολογουμένως και κατά γενική ομολογία ένα από τα μεγαλύτερα σκάνδαλα στην ιστορία της σύγχρονης λογοτεχνίας. Λεξιπλάστες και Δικαιολόγοι έβαλαν τα δυνατά τους σε αυτον τον μέγα διαγωνισμό δημιουργικής συγγραφής δικαιολογίας όπου ο νικητής έλαβε το βραβείο της ξεκούρασης. Τα ταμεία επίσης σκαρφάλωσαν στο βάθρο των νικητών καθώς οι επενδύσεις τους στην Πέμπτη Πετρελαιοπηγή της Αλάσκας (όπως την κοιτάμε από ψηλά) και με ένα μακροπρόθεσμο οικονομικό ορίζοντα της τάξεως των 3 1/2 αιώνων θα αποβούν κερδοφόρες τελικά προς όφελος του μέσου αναγνώστη. Στην απέναντι πλευρά οι πράσινοι ιππείς και τοξότες έχουν σηκώσει ψηλά το μεσαίο τους δάκτυλο ενώ οι ιαχές τους ακούγονται σε ρεματιές και κάμπους:

Είναι Πολλά Τα Λεφτά Αρη…

Μια Κυρία Κί

Ο αέρας αντί να μυρίζει λουλούδια και δέντρα μυρίζει μαλακτικό. Μπορώ να τα ξεχωρίσω όχι με ιδιαίτερη δυσκολία κάτι που καθιστά και εμένα μέρος αυτής της απλωμένης προς τον ουρανό αγέλης. Με μια γρήγορη ματιά βλέπω τις βρεγμένες καρδαρόμπες του καθενός να στεγνώνουν κρεμασμένες στον ήλιο. Βρακιά, παντελόνια, πουκάμισα λικνίζονται στο ελαφρό αεράκι. Ενα χορευτικό υφασμάτων χωρίς τους ιδιοκτήτες τους Πλανόδιοι φωνάζουν από τα μεγάφωνα. Ο Παλιατζής, Ρούχα παλιά, καθαρίζω ταράτσες υπόγεια, Λουλούδια, Πατάτες. Η χορωδία του κατηχητικού τραγουδάει τόσο δυνατά που αν υπήρχε θεός θα είχε κατέβει.

Μια όμορφη λαμπερή αστική κυριακή με όλους της τους ήχους.